ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ
Άνοιξα τη θύρα του Λαβυρίνθου
Και βρέθηκα στη Χώρα σου
Θάλασσες δεν είχες
Μόνο κάστρα επταπύργια, ενήλικα όνειρα
Και μελαγχολικές πικροδάφνες στο χρώμα του αίματος
Σε κάθε στροφή ο δρόμος έσκαβε ηφαίστεια
Που περίμεναν υπομονετικά τη σειρά τους
Για να ταϊσουν πουλιά χαλκοφτέρουγα
Και θυμάρια ξέπνοα απ’ τη λαχτάρα του ΝότουΈγινα εγώ η θάλασσά σου
Μοίρασα τη χαρά μου στα σκοτάδια
Για ν’ αλλάξουν τα σκιερά πεπρωμένα
Και να ξεφτίσει η αλήθεια των παραπηγμάτων
Κέρασα σιρόπι τις φάλαινες
Έστειλα κατασκήνωση τα δελφίνια
Μαντάρισα την κουρελού την καρδιά μου
Και ψάρεψα το μυστικό του αστερία του λόγιουΜα ήρθε η Γοργόνα απ’ το βυθό
Και τοιχοκόλλησε στα βράχια ένα φιρμάνι
Πως δεν χρειάζεσαι θάλασσες εσύ
Η επικράτειά σου είναι πλήρης και αλώβητη
Με ρίζες στο λάρυγγα του κεραυνού
Με κλαδιά αγκυλωμένα στη φλέβα της νεροποντής
Με κορφή μουλιασμένη από δυσπρόσιτα σύννεφα
Και παρειές καμπυλωτές σαν παιδικά χαμόγελαΚοίταξα κι εγώ τη Γοργόνα στα χέρια
Να δω αν φορούσε δαχτυλίδια με μαντέματα
Κι αν κρατούσε τάματα σκαλισμένα από σκορπίνες
Την κοίταξα κατάματα ώρα πολλή
Ν’ αγγίξω τη σιωπή της, να βεβαιωθώΓιατί δεν ήμουν πάντα θάλασσα εγώ
Για σένα έγινα και άνεμος και κύματα
Γιατί εσύ δεν είχες θάλασσα, ακριβέ μου
Και δεν νοείται κόσμος αρρενωπός χωρίς μια θάλασσα
Όπως και κόσμος θηλυκός χωρίς δακρυγόνα στους πνεύμονες
Πεσκέσια της Μοίρας, της Λύρας και της ΑλμύραςΚοίταξα τη Γοργόνα και κόπηκα
Γιατί είχε απ’ όλα κι εγώ δεν είχα τίποτα
Εκτός από αυτό που ήμουν
Πριν γίνω θάλασσα για σένα φουρτουνιασμένηΚι έτσι λαβωμένη απ’ τη Γοργόνα σου, τη δεσμοφύλακα
Γύρισα πίσω σ’ εμένα, στην κρύπτη του Αυγούστου
Να κάνω αγώνα σε ανώγεια και κατώγια
Και ν’ αγριεύομαι κάθε φορά που βλέπω αγκυροβόλια