Στο εισαγωγικό σημείωμα της συλλογής του «Παραμύθια του λαού μας», (Ερμής, 2008), ο Γιώργος Ιωάννου γράφει, μεταξύ άλλων:
«Το παραμύθι είναι η πεζή λογοτεχνική αφήγηση του λαού, το διήγημά του ή η νουβέλα του. Μοναδικός στόχος του είναι η ευχαρίστηση των ακροατών. Όλα μες στο παραμύθι είναι θαμπά και αόριστα• και ο τόπος και ο χρόνος και τα πρόσωπα. […] Το παραμύθι ξεκινάει απ’ την ηρεμία ή μάλλον από μια παγιωμένη κατάσταση ανάγκης και καταλήγει πάλι στην ηρεμία, στην πλήρωση της ανάγκης, αφού όμως ενδιάμεσα έχει κυριαρχηθεί από υπεράνθρωπη δράση και κίνηση για να κατανικηθούν τα εμπόδια. Μέσα στο παραμύθι δε χάνεται κανείς σε λεπτομερείς περιγραφές προσώπων ή πραγμάτων, ένας σύντομος χαρακτηρισμός αρκεί. Όλα θεωρούνται γνωστά – και είναι γνωστά – είτε απ’ την υλική, είτε απ’ τη μυθολογική, μα ζωντανή πραγματικότητα. Γι’ αυτό και το πραγματικό με το υπερφυσικό συσχετίζονται και συνυπάρχουν σαν κάτι το απόλυτα συνηθισμένο. […] Στο παραμύθι οι καταστάσεις και τα πρόσωπα είναι τραβηγμένα στα άκρα. Όλα είναι δυνατό να συμβούν και να κατορθωθούν – αδύνατο δεν υπάρχει…».
Αναρίθμητες οι απόψεις και οι θεωρίες για το παραμύθι. Εξετάζοντάς το ως κείμενο έχεις πολλά να μελετήσεις, να συγκρίνεις, να επεξεργαστείς, να αφομοιώσεις, να μεταδώσεις. Αλλά η καλύτερη στιγμή είναι όταν έχεις την τύχη να τα βιώσεις, να κάνεις μία πανηγυρική επαλήθευση και να συνεχίσεις τη μέρα ή τη νύχτα σου με ένα αδιόρατο χαμόγελο στην σκέψη κι έναν ανάλαφρο ανασασμό στην ψυχή…
Σε αυτήν την κατάσταση βρέθηκα σήμερα, όταν μετά από ένα κουραστικό και ανυπόφορα θερμό πρωινό στο κέντρο της Αθήνας, έκατσα ήσυχα στην τεχνητή δροσιά του καθιστικού μας και βούτηξα στη «Μεγάλη περιπέτεια του Φι και του Λι», της Λίνας Μουσιώνη, που κυκλοφόρησε φέτος τον Ιούλιο από την Ελληνοεκδοτική. Σελίδα τη σελίδα ένιωθα το σώμα μου ολοένα να μικραίνει και να σκληραίνει, πότε να λευκαίνει εκτυφλωτικά και να στρογγυλεύει «σα χάντρα» και πότε να γίνεται «κατάμαυρο, πλακουτσωτό σαν κέρμα». Λες να κρατάω από σόι μαρμαρόπετρας καλλιτεχνικό, ή μήπως από ηφαιστείου πολεμική γενιά; αναρωτήθηκα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ένα μάτι ορθάνοιχτο, αχόρταγα περίεργο και θαυμαστικό για τον κόσμο γύρω μου, σα βότσαλο…αμυγδαλωτό, το διαθέτω! Και με αυτό το μάτι αφέθηκα να ταξιδέψω στη μεγάλη περιπέτεια των δύο γοητευτικών κεντρικών ηρώων της συγγραφέα. Γίνεται να περάσουν απαρατήρητοι, αφού, αν τους βάλεις δίπλα δίπλα, φτιάχνουν μαζί ένα ΦΙΛΙ;
Θα μου πείτε, είναι μόνο δύο ταπεινά βοτσαλάκια του γιαλού! Ναι, αλλά τι βίο και τι πολιτεία αξιώνονται! Όλες οι χαρές, όλες οι αγωνίες, όλες οι λύπες κι οι ομορφιές στο διάβα τους στρωμένες, με περισσή γλύκα και φροντίδα, τόσο λεκτικά όσο και εικονογραφικά αποδομένες. Κάθε δευτεραγωνιστής και ένας μικρόκοσμος με τη δική του επιμέρους ιστορία: η πιτσιρίκα της αρχής του παραμυθιού με το πλατύγυρο καπέλο, ο ζαβολιάρης μπάτης, το μπουρίνι τ’ αληθινό, οι κατεργάρες δίδυμες, ο θαρραλέος μακροβουτηχτής, η μικρή τουρίστρια με το ξεβαμμένο τζην, η φωνακλού μπουρού, το ναυτάκι που κατάφερε να δει πίσω απ’ την λουλακί κουρτίνα των ονείρων του…Κι ανάμεσά τους, τα δύο θαλασσοδαρμένα και θαλασσοΦΙΛΗμένα βοτσαλάκια, ΦΙΛΟΙ κολλητοί, ΦΙΛΙδόνια αγέραστα κι ακούραστα ταξιδεμένα μέσα στα χρόνια, να πηγαινοέρχονται αδιαμαρτύρητα. Να χωρίζουν, να ξανασμίγουν, να διαβαίνουν τα σαράντα κύματα, ν’ ανταλλάζουν κρυφές ματιές και φανερά μιλήματα, να βυθίζονται και ν’ αναδύονται, να κρύβονται και ν’ αποκαλύπτονται, ν’ αγαπούν και ν’ ανησυχούν, μα ποτέ να μη γερνούν, ποτέ να μην σταματούν με λαχτάρα και με όρεξη για περιπέτεια να ΖΟΥΝ…
Η γραφή της Λίνας Μουσιώνη είναι χαδιάρικα ποιητική, τόσο οικεία και τόσο αλαργινή. Οι λέξεις της μικροί πολύτιμοι λίθοι σ’ ένα αφηγηματικό βοτσαλωτό που παραπέμπει στο συμβολικό και φιλοσοφικό παραμύθι, χωρίς περιττούς γλυκασμούς και ηθικοπλαστικά μηνύματα. Μου προκάλεσε τα ίδια απαλά και ανάμεικτα συναισθήματα που λουλουδίζουν μέσα μου, όταν διαβάζω και ξαναδιαβάζω τον «Μικρό Πρίγκιπα» του Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ. Αδιόρατα αλληγορικός ο λόγος της, σε παίρνει από το χέρι και σε σπρώχνει απαλά να κάνεις τους δικούς σου προσωπικούς συνειρμούς, να παραμυθολογήσεις και να λυτρωθείς, χωρίς ούτε στιγμούλα να κουραστείς ή να παραμυθιαστείς…
Η Βανέσσα Ιωάννου «βούτηξε» τα πινέλα της στο κείμενο με κέφι, φαντασία, μοντέρνα και παραδοσιακή μαζί ευρηματικότητα. Τα χρώματά της, χάρμα οφθαλμών, λειτουργούν σχεδόν θεραπευτικά, εγκαρδιώνουν τις λέξεις και εμψυχώνουν τα συναισθήματα που αυτές κυοφορούν. Το βιβλίο αυτό “κεντάει” μια τόσο ανοιχτόκαρδη σύνθεση, μια ευτυχισμένη συνεύρεση, τη μαγική στιγμή που η συγγραφέας συναντά στην εικονογράφο το…άλλο της μισό. Το δημιουργικό κολλάζ – πάντρεμα της τέχνης και των δύο πραγματικά με ενθουσίασε.
«Η μεγάλη περιπέτεια του Φι και του Λι» μπορεί κάλλιστα να είναι ένα παραμύθι χωρίς τέλος. Επιλέξτε το για να το διαβάσετε στα παιδιά και στους μαθητές σας στην αρχή της νέας σχολικής χρονιάς και καλωσορίστε την βουτηγμένοι στη γλύκα, την τρυφερότητα και στην ανθρωπιά που αποπνέει. Παίξτε μαζί του, προσθέστε τους δικούς σας ήρωες, ανακαλύψτε πλάι τους καινούργιες, αναπάντεχες επιλογές χαράς και δημιουργίας, «χτίστε» τα δικά σας ονειρεμένα βοτσαλωτά. Αποχαιρετίστε μ’ ευγνωμοσύνη το καλοκαίρι και υποδεχτείτε με ανοιχτές αγκάλες το φθινόπωρο, καθώς «έρχεται σαν χαρταετός που στην ουρά έχει δεμένο το χειμώνα». Γιατί στο παραμύθι «όλα είναι δυνατό να συμβούν και να κατορθωθούν – αδύνατο δεν υπάρχει». Και όπως έχει πει ο Βίκτωρ Ουγκό, «Μια φωτιά είναι κρυμμένη σε κάθε τι που βλέπεις…».