Ήταν ένα γλυκό φθινοπωρινό απόγευμα κι έτσι αποφάσισα να σηκώσω το κεφάλι από τα χαρτιά και τα μολύβια και να κάνω έναν περίπατο στο άλσος της γειτονιάς μου. Αλλά με το που άφησα την σκληρή άσφαλτο της λεωφόρου και άγγιξα με το πόδι μου το χώμα, άκουσα ένα ρυθμικό χτύπο: ΤΟΚ ΤΟΚ ΤΟΚ, σαν κάποιος να χτυπούσε μια πόρτα. Μπα, σκέφτηκα, η ιδέα μου είναι, από το πολύ διάβασμα άρχισα να παρακούω. Για μερικά δευτερόλεπτα έγινε ησυχία (όση ησυχία μπορεί να γίνει στην καρδιά της πόλης). Όμως ο ήχος επανήλθε δριμύτερος: ΤΟΚ ΤΟΚ ΤΟΚ! Έτσι, άρχισα να στριφογυρίζω γύρω από τον εαυτό μου σαν σβούρα, ψάχνοντας για την…αόρατη πόρτα και γι’ αυτόν που τη βροντούσε.
ΣΠΟΡΟΣ: Ουφ, ξεπάτα πια, κοντεύεις να με λιώσεις! ακούστηκε μια τσιριχτή φωνούλα κάτω από τα πόδια μου. Μανία που έχετε εσείς οι άνθρωποι να πατάτε πάνω στις πόρτες της γης!
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Να πατάμε στις πόρτες της γης; Μα πως μπορεί κανείς να πατάει πάνω σε μια πόρτα, αφού αυτή στέκεται όρθια; Έχει και η γη πόρτες; Ποιος είσαι κι από πού μου μιλάς; Κατέβηκαν εξωγήινοι να καταλάβουν το γαλάζιο μας πλανήτη; βομβάρδισα τον άγνωστο με απανωτές ερωτήσεις.
ΣΠΟΡΟΣ: Μα το σπορέλαιο! Άντε να κάνεις τους μπουμπούνες τους ανθρώπους να καταλάβουν ότι δεν ζουν μόνο αυτοί πάνω στη γη…Εδώ, κάτω απ’ τα πόδια σου είμαι κι αν κρίνω από τη μοσχοβολιά, έχεις να τα πλύνεις από χτες. Φυσικά και έχει πόρτες η γη, που τις ανοίγουμε και σκάμε μύτη στον κόσμο εμείς οι σπόροι. Κάνε παραπέρα, επιτέλους, για να πάρουμε καμιά ανάσα…
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Οι σπόροι; Δηλαδή, τώρα μου μιλάει ένας σπόρος;
ΣΠΟΡΟΣ: Γιατί, δε σου γεμίζω το μάτι; Σε πληροφορώ ότι αν και παραλίγο να με κάνεις χαλκομανία με το απρόσεκτο ορειβατικό μποτάκι σου, σε μερικούς μήνες θα είμαι μια νεαρή ελιά πολλά υποσχόμενη για το μέλλον!
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Μα πως βρέθηκες εδώ; Οι ελιές δεν συνηθίζουν να φυτρώνουν στα δημοτικά άλση.
ΣΠΟΡΟΣ: Μερικοί σπόροι φυτρώνουν κι εκεί που δεν τους σπέρνουν…Εξάλλου, εδώ στο άλσος της γειτονιάς σου, κυκλοφορούν ακόμη παιδιά με ποδήλατα και γιαγιάδες που τα κυνηγούν με ταπεράκια γεμάτα σπιτικό φαγητό και πιρούνια σε θέση μάχης. Κάποιο πιτσιρίκι μ’ έφτυσε με φόρα τις προάλλες στο χώμα και ούτε που φαντάζεται ότι η ευγενική αυτή χειρονομία καθόρισε το μέλλον μου…
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Σ’ έφτυσε; Τι ανατροφή!
ΣΠΟΡΟΣ: Κουκούτσι μυαλό δεν έχεις! Τι ήθελες δηλαδή, να με καταπιεί, ή να με τυλίξει στη χαρτοπετσέτα και να καταλήξω σε καμιά χωματερή; Κουκούτσι ελιάς ήμουνα, στο χώμα με έφτυσε το χρυσούλι μου, καλή του ώρα. Έτσι έχω σοβαρότατες πιθανότητες να φυτρώσω και να κάνω καριέρα δέντρου!
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Κάνουν και οι σπόροι καριέρα;
ΣΠΟΡΟΣ: Άκου τι λέει! Τα πάντα στη φύση από τόσοι δα σπόροι ξεκινάνε την πορεία τους στη ζωή. Ακόμη κι εσείς οι άνθρωποι. Δεν έχεις ακούσει πως έρχονται στον κόσμο τα μωρά;
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Ε καλά τώρα, δεν είμαι και από τον Άρη!
ΣΠΟΡΟΣ: Αφού, λοιπόν, δεν είσαι από τον Άρη, αν και με το ύφος που έχεις πάρει θα μπορούσες, κάνε μου τη χάρη και κάνε στην άκρη, γιατί μου κρύβεις τον ήλιο, όπως είπε κι ο φιλόσοφος Διογένης στον Μεγαλέξανδρο από το ταπεινό του πιθάρι.
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Τι δουλειά έχει τώρα κοτζάμ ήλιος μ’ έναν τοσοδούλη σπόρο;
ΣΠΟΡΟΣ: Πως νομίζεις ότι θα φυτρώσω εγώ, καλή μου, αν δε με ζεστάνουν οι παραμάνες μου οι ηλιαχτίδες; Και πως θα πετάξω μπόι, αν δεν έρθει η βροχή να με ποτίσει κι αν δεν αφήσετε εσείς οι άνθρωποι το χώμα στην ησυχία του, για να με ταϊσει με τα θρεπτικά συστατικά του;
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Γιατί, καλέ, τι το κάνουμε το χώμα σου;
ΣΠΟΡΟΣ: Δάπεδο για πολιτιστικές εκδηλώσεις στην καλύτερη περίπτωση! Στη χειρότερη, το φιμώνετε με τσιμέντο, ή το στριμώχνετε σε κάτι κακόγουστα παρτέρια από γύψο. Οι σπόροι της πόλης «δεν έχουν δρόμο να διαβούν, σοκάκι να περάσουν». Αχ, γιατί να μη γεννηθώ στα δάση, στ’ άγρια βουνά! Έννοια σου όμως, ό,τι σπέρνετε, θα θερίσετε…
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Υπερβολές! Υπάρχουν και άνθρωποι και μάλιστα μικρά παιδιά, που εκτιμούν και προστατεύουν εσάς τους σπόρους. Έχεις ακούσει για τα Δίκτυα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης στα σχολεία;
ΣΠΟΡΟΣ: Τι δίχτυα μου τσαμπουνάς; Εμείς τα σποράκια είμαστε τύποι ελεύθεροι και ωραίοι! Χάρη σ’ εμάς υπάρχει ποικιλία στη ζωή και στην τροφή! Άλλοι είμαστε ανεμο(σ)πόροι και πάμε όπου μας φυσάει ο άνεμος. Άλλους μας ταξιδεύουν τα ζώα και τα πουλιά σε μέρη μαγικά κι ονειρεμένα. Άλλοι φυτρώνουμε παραδίπλα στη μάνα μας το δέντρο. Άλλους μας καλλιεργείτε εσείς οι άνθρωποι και τώρα τελευταία μας βάζετε και στα εργαστήριά σας και μας…μεταλλάζετε τα φώτα! Ακόμη και τράπεζες σπόρων έχετε φτιάξει, γιατί σε λίγο καιρό θα έχουν τόσο πολύ μπερδευτεί τα αυθεντικά με τα μεταλλαγμένα, που η γη θα βγάζει…σπυράκια αντί για σποράκια!
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Ξέρω, ξέρω, είστε η καρδιά της βιοποικιλότητας, το βασίλειο της χλωρίδας, η ραχοκοκαλιά των φυσικών οικοσυστημάτων…
ΣΠΟΡΟΣ: Πω πω, πολύ διαβασμένη σε βρίσκω!
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Μην κοροϊδεύεις, αυτά που σου είπα για τα Δίκτυα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης είναι αλήθεια. Μαθητές Νηπιαγωγείων και Δημοτικών Σχολείων απ’ όλη την Ελλάδα ασχολούνται συστηματικά μ’ εσάς τους σπόρους, μαθαίνουν τα πάντα για τη ζωή σας, διασκεδάζουν με βιωματικά παιχνίδια και κάνουν -αχ τους τυχερούς- εκδρομές στη φύση, για να σας συναντήσουν από κοντά και να σας παρατηρήσουν καλύτερα. Άσε που προσπαθούν να ενημερώσουν και τους μεγάλους για την αξία και την προσφορά σας.
ΣΠΟΡΟΣ: Τι μου λες! Έτσι μου ’ρχεται να φυτρώσω δυο φορές απ’ τη χαρά μου! Τελικά δεν είσαι τόσο μπούφος όσο νόμιζα, όταν σε πρωτοείδα. Αν πρόσεχες περισσότερο και που πατάς…
ΒΑΓΓΕΛΙΤΣΑ: Δεν «θα ’τρωγες πόρτα» από…μπότα τρυφερό μου σποράκι, έχεις απόλυτο δίκιο! Αλλά τώρα που γνωριστήκαμε, να ξέρεις ότι απέκτησες μία φίλη ακόμη. Προσφέρομαι να σε υιοθετήσω και ελπίζω να μη μου βγει…το λάδι για να μεγαλώσω μια ελιά!