Ένα “Χειμωνόσπιτο” για όλες τις εποχές…

Xeimonospito1_sΔεν υπάρχει αφεντικό, ούτε κανένας ιδιοκτήτης εδώ, δεν ανήκει σε κανέναν, όλα είναι για όλους, όποιος θέλει μπορεί να έρθει, να φάει και να πιεί, να ξαποστάσει και να ονειρευτεί, να πετάξει και να χαθεί, να φύγει και να ξανάρθει. Αυτό είναι «Το Χειμωνόσπιτο» του Δημήτρη Κάσσαρη, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Καλέντης. Ένα αλληγορικό παραμύθι για κάθε αναγνώστη, ίσως περισσότερο για τους ενήλικες. Για να θυμηθούν πόσα πολύτιμα έχουν χάσει κι αφότου τα έχασαν, δυστυχώς τα ξέχασαν. Αμφίβολο αν θα μπορέσουν να τα επαναφέρουν στη μνήμη τους κι από εκεί στην καρδιά τους. Αμφίβολο αν θα μπορέσουν να τα επανεφεύρουν στους καιρούς που έρχονται.

Στο «Χειμωνόσπιτο», που δεν μοιάζει με κανένα άλλο σπίτι, αλλά θα μπορούσε να είναι και κάθε σπίτι, όλα έχουν ζωή και μουσική. Η ύπαρξή τους έχει μια θεμελιώδη αποστολή: την αυθόρμητη, ανιδιοτελή προσφορά. Τη χαρά του μοιράσματος που τίποτα δεν υπονοεί και τίποτα ως αντάλλαγμα δεν διεκδικεί, ούτε με δεύτερες, σκοτεινές σκέψεις κυκλοφορεί. Κι αυτή η χαρά διατρέχει το Χρόνο σε κάθε του στιγμή. Από το ξημέρωμα και την αυγή ως το μεσημέρι κι από το δειλινό ως το σούρουπο και το καληνύχτισμα. Και πάλι από την αρχή. Όλα τα στοιχεία της ζωής συνεργάζονται αρμονικά για να ποιήσουν χαρά: η βροχή, ο αέρας, ο ήλιος, η γη. Και όλα πετυχαίνουν συνεργασία αγαστή. Καθένα με τον τρόπο του, με τη διαφορετική του ουσία. Ξεχωριστό και αναντικατάστατο στο γαϊτανάκι της προσφοράς.

Το «Χειμωνόσπιτο» εκπέμπει μαγεία, χωρίς να είναι μαγικό. Όλα επάνω του είναι τόσο αναμενόμενα φυσιολογικά. Τι κι αν βάζει το παλτό του κι ανάβει την πίπα του όταν πιάνει αέρας δυνατός. Τι κι αν τραπεζώνει -με τη βοήθεια του χαριτωμένου ποδηλάτη Μεσημεράκη, που καταφθάνει στην ώρα του και στρώνει τα ηλιοσερβίτσια νοικοκυρεμένα και με τάξη- τις εκατό λάμπουσες θυγατέρες του Ήλιου. Τι κι αν καλύπτει ολόκληρο το φωτεινό ημισφαίριο της γης. Τι κι αν η πόρτα, τα παράθυρα, τα έπιπλά του, το τζάκι του, η καμινάδα, ακόμη κι ο καπνός του κουβεντιάζουν μ’ ανθρώπινη φωνή κι ενίοτε φιλοσοφούν σαν σοφοί δάσκαλοι και γέροντες μοναχοί. Τίποτα απ’ όλα αυτά, καθώς διαβάζεις, δεν σου φαίνεται παράξενο ή εξαιρετικό. Ίσως γιατί όλα μαζί φτιάχνουν ένα παραμύθι που πολύ λαχταράς να είναι αληθινό κι εσύ να πορεύεσαι μέσα σ’ αυτό…

Η γλώσσα του Δημήτρη Κάσσαρη είναι υπέροχα γλαφυρή. Όσο και όπως πρέπει παραμυθένια. Κάθε του λέξη εναποτίθεται με τρυφερότητα και ηρεμία, χωρίς περιττές εξάρσεις, φωνασκίες και κομπασμούς, δίπλα στη γειτόνισσά της. Και όλες μαζί συνθέτουν ένα πανέμορφο αφηγηματικό παζλ, όπως το ουράνιο τόξο της αρχής του βιβλίου, που «σαν κολιέ από πολύτιμα πετράδια τυλίγεται γύρω από το λαιμό της γης». Διαβάζεις και γαληνεύεις. Ξεκουράζεται η ψυχή σου. Ημερεύει το πνεύμα σου. Αυτό το βιβλίο διαθέτει μια αύρα θεραπευτική. Και βέβαια εδώ βάζει το χεράκι της, ή μάλλον τις νότες της, και η κυρία Μουσική.

Είχα καιρό να διαβάσω τόσο όμορφα παιδικά ποιήματα. Γραμμένα με τρυφερή φροντίδα, από έναν άνθρωπο που ζει και δημιουργεί μέσα στη μουσική, κυριολεκτικά λάμπουν και φωτίζουν το συνολικό αποτέλεσμα του βιβλίου. Πριν ακόμη τα ακούσεις μελοποιημένα υπέροχα από τον Νίκο Ξανθούλη και τραγουδισμένα από το συγγραφέα και τη Μαριανίκη Ξανθούλη στο μουσικό CD που συνοδεύει το βιβλίο, σε έχουν ταξιδέψει στη μελωδία της ευτυχίας. Και δεν εννοώ ασφαλώς την ομώνυμη κλασική ταινία, αλλά τη μελωδία με την οποία ηχεί μέσα στον καθένα μας η προσωπική του εκδοχή της ευτυχίας. Τη «χρωματιστή» αφήγηση και τη σκηνοθετική επιμέλεια του παραμυθιού στο CD έχει κάνει η Λίλα Μουτσοπούλου. Το φροντισμένο από μια πλειάδα άξιων συντελεστών CD συμπληρώνει επάξια το βιβλίο.Xeimonospito2_s

Οι ζωγραφιές του πάντα εξαιρετικού Βασίλη Παπατσαρούχα είναι εξίσου ποιητικές. Τα ψυχρά, «χειμωνιάτικα» χρώματα, δουλεμένα παράλληλα με θερμές λεπτομέρειες και ασπρόμαυρα σκίτσα-σχόλια, δημιουργούν σελίδα τη σελίδα ανάμεικτα συναισθήματα, θετικά και αρνητικά, όπως και οι μέρες και οι νύχτες μας σε αυτή τη ζωή. Καταφέρνουν, ωστόσο, με έναν αδιόρατα αριστοτεχνικό τρόπο να επιβάλλεται και να ξεχωρίζει έναντι όλων η οικειότητα, η ευγένεια, η ευπροσήγορη συνομιλία με την αφήγηση, η σχεδόν σκηνογραφική τους απόδοση. Τον «κακό» της ιστορίας, τον Ήτα – Ύψιλον με το ημίψηλον, που ταξιδεύει με έναν ιπτάμενο ηλεκτρονικό υπολογιστή, κυκλοφορεί με ύφος και ένα μακρύ πούρο στο στόμα και προσγειώνεται απρόσκλητος και απειλητικός στο Χειμωνόσπιτο για να φέρει τα πάνω κάτω και να οικειοποιηθεί και τα πάνω και τα κάτω, τον έχει πολύ εύστοχα ζωγραφίσει ως παχυλό και αχόρταγο τραπεζίτη. Και δεν εννοώ, βέβαια, τον ομώνυμο «εκπρόσωπο» της ανθρώπινης οδοντοστοιχίας, αλλά όλους αυτούς που όχι απλώς δείχνουν τα δόντια τους, αλλά τα μπήγουν κιόλας στις σάρκες αυτού του κόσμου, κάνοντάς μας το βίο αβίωτο με πληγές, πόνους και καταστροφές.

Δεν θα σας μαρτυρήσω το τέλος του παραμυθιού. Αξίζει να το τελειώσει κανείς μέσα του όπως και όπου τον οδηγήσει η εμπειρία της ανάγνωσης και ακρόασής του. Θα σας πω μόνο ότι για μένα λειτούργησε λιγότερο ως παραμύθι και περισσότερο ως παραβολή. Που όσες φορές και να τη διαβάσεις, πάντα έχει κάτι ακόμη να σου πει. Ανεξάντλητη, ευφάνταστη, ευρηματική. Που μπορεί να τραγουδηθεί ή και στο θέατρο να παιχτεί. Που μπορεί αμέτρητες φορές να ζωγραφιστεί. Στα όνειρά μας ή πάνω στο χαρτί. Που μπορεί -το σπουδαιότερο- σε μικρές καθημερινές πράξεις να μετουσιωθεί και τη ζωή μας να κάνει ανεκτίμητα ουσιαστική και τρυφερή. Και ξέρετε τι χάρηκα και τι με γοήτευσε πιο πολύ σε αυτό το βιβλίο; Το ότι είναι η προσωποποίηση της πατρικής αγκαλιάς, σκέψης, φροντίδας και συμβουλής. Γιατί γράφτηκε, ζωγραφίστηκε και μελοποιήθηκε από τρεις υπέροχους άντρες, που αποδεικνύουν περίτρανα πως η Αγάπη, η Ομορφιά, η Ευγένεια, η Ευαισθησία, η Φαντασία, η Προσφορά και η Στοργή είναι γένους θηλυκού μόνο στη γραμματική!

Evi_monografi