Περιπέτεια στο Οριάν Εξπρές!

Επεισόδιο 3ο: Ένας ανεξήγητος λεκές!

– «Ξύπνα, επιτέλους, Υπναρίδη! Σου μιλάω, σε σκουντάω κι εσύ πιάνεις…Μόναχο!», φώναξε η Βαγγελίτσα.

Το Οριάν Εξπρές ταξίδευε με αυξημένη ταχύτητα για τη Βιέννη, μέσα σε καταρρακτώδη βροχή. Η φύση κατά μήκος της διαδρομής έδειχνε να απολαμβάνει το αναζωογονητικό ντους, αλλά όλα τα ζώα είχαν αποσυρθεί στις φωλιές τους. Αυτός ο καιρός ήταν ό,τι έπρεπε για χουζούρι, όμως η Βαγγελίτσα πλησίασε τον Κωστάκη απειλητικά…

– «Κόμη Καταβρέχτον, μη με γαργαλάς εμένα, τίποτα δε θα σου μαρτυρήσω. Χο χο χο, καλέ, θα κατουρηθώ από τα γέλια, μη, ΜΗ, ΜΗΗΗ!».

– «Κωστάκη! Προσπάθησε ο κόμης να σου αποσπάσει πληροφορίες; Ξύπνα, τέλος πάντων!», τσίριξε τώρα η Βαγγελίτσα και άρχισε να τον ταρακουνάει με όλη της τη δύναμη. Εκείνος άνοιξε τα μάτια, χασμουρήθηκε δυνατά και μετά πήρε ένα ποτήρι νερό από το κομοδίνο και το κατέβασε μονορούφι.

– «Ήταν αλμυρό το Orient_Express-6χαβιάρι, πίνω πίνω και δεν ξεδιψάω! Αααα, μπονζούρ, Βαγγελίτσα, σα βα*;».

– «Έχεις ιδέα πόσα έχουν συμβεί, ενώ εσύ κοιμόσουν του καλού καιρού; Πήγα μια βόλτα στην αμαξοστοιχία για αναγνώριση, μίλησα με την καμαριέρα της κόμισσας και ξύπνησα τα ξημερώματα από έναν παράξενο θόρυβο, σαν κάποιος να προσπαθούσε να παραβιάσει την πόρτα του διαμερίσματός μας. Σηκώθηκα πατώντας στα νύχια και την άνοιξα απότομα, αλλά το μόνο που βρήκα ήταν ένας μεγάλος λεκές από μαγιονέζα πάνω στο χαλί. Παράξενα πράγματα! Μα πες μου, προσπάθησε να σου πάρει λόγια για την αποστολή μας ο κόμης;», ρώτησε η Βαγγελίτσα με αγωνία.Orient_Express-8

Εκείνος την καθησύχασε, ήταν απλώς ένα όνειρο. Τράβηξε το βελούδινο κουρτινάκι του παραθύρου στην άκρη για να θαυμάσει το τοπίο, αλλά η βροχή είχε δυναμώσει κι άλλο και το μόνο που είδε ήταν χοντρές σταγόνες νερού να κατακλύζουν το τζάμι κι από πίσω ένα αχνό πράσινο φόντο. Καθώς σουρούπωνε, μια πηχτή ομίχλη ήρθε ν’ αγκαλιάσει τη δυνατή νεροποντή, μειώνοντας στο ελάχιστο την ορατότητα. Ο Κωστάκης βολεύτηκε στο σκαλιστό τραπέζι με την κουνιστή πολυθρόνα, για να τσιμπήσει από το κολατσιό που του είχε φυλάξει η Βαγγελίτσα. Τότε εκείνη άρχισε να του διηγείται τι έμαθε από την καμαριέρα της κόμισσας Ροζελάι.

– «Η καμαριέρα της κόμισσας είναι μονίμως φοβισμένη, Κωστάκη. Ούτε τ’ όνομά της δεν τόλμησε να μου πει. Για να της πάρω δυο κουβέντες, επιστράτευσα όλα τα μέσα: της χάρισα τα λευκά μου γάντια με τις ασημένιες πούλιες, της ορκίστηκα σε κάθε γνωστό και άγνωστο Θεό να μη μου ξεφύγει λέξη απ’ όσα μου πει, την απείλησα ότι, αν δε μιλήσει, κινδυνεύει η ζωή της κυρίας της και ίσως και της ίδιας. Το μόνο που κατάφερα να μάθω ήταν ότι η κυρία της υποφέρει από κατάθλιψη, γιατί χάθηκε κάτι από το οποίο εξαρτώνται οι εμφανίσεις της μπροστά σε κόσμο κι ότι ο σύζυγός της ισχυρίζεται ότι έβαλε ανθρώπους να το ψάξουν, αλλά αυτή δεν τον πιστεύει. Το ροχαλητό του, λέει, δε μειώθηκε καθόλου τις νύχτες, εξακολουθεί να…βρυχάται σαν ξεκούρδιστο τρομπόνι, απόδειξη ότι μάλλον δεν σκοτίστηκε και πολύ! Δεν μου είπε, ωστόσο, τι είναι αυτό που χάθηκε. Μόνο ότι πρόκειται για κάτι που ποτέ δεν μεταφέρεται σε βαλίτσα…».Orient_Express-4

Η Βαγγελίτσα έδειχνε προβληματισμένη. Καθώς το τρένο έκανε μια επιδέξια μανούβρα κι άρχισε να κόβει ταχύτητα, ήχησαν τα μελωδικά του καμπανάκια. Αμέσως μετά, η βροντερή φωνή του μηχανοδηγού ανακοίνωσε από το μικρόφωνο την άφιξη στον σταθμό της Βιέννης. Ευτυχώς, δεν ίσχυε πλέον η υποχρέωση αλλαγής της ατμομηχανής της αμαξοστοιχίας, διαδικασία που στα πρώτα χρόνια της λειτουργίας του, στα τέλη του 19ου αιώνα, επαναλαμβανόταν κάθε φορά που το Οριάν Εξπρές περνούσε τα σύνορα ενός κράτους.

– «Φτάσαμε στη Βιέννη! Άκουσα ότι αρκετοί επιβάτες θα αποβιβασθούν εδώ. Ταξίδεψαν, λέει, από την άλλη άκρη της Ευρώπης, μόνο και μόνο για να δούνε το σπίτι του Μπετόβεν και τον τάφο του Μότσαρτ! Λες η κόμισσα να παραμείνει κλεισμένη στο καβούκι της, εεε…στο βαγόνι της; Κρίμα, θα χάσει τα περίφημα βιεννέζικα λουκάνικα και τις λαχταριστές σοκολάτες, μμμ! Πως το αντέχει η κοιλιά, εεε…η καρδιά της; Μπας κι αυτό που χάθηκε είναι κανένα βαρύτιμο κόσμημα; Πάντα πίστευα ότι είναι τρελόγκες αυτές οι αριστοκράτισσες!», είπε ο Κωστάκης.

– «Αυτό που χάθηκε είναι κάτι που ποτέ δεν μεταφέρεται σε βαλίτσα…άρα κάτι πολύ ευαίσθητο, επικίνδυνο να σπάσει ίσως, ή κάτι που φοβούνται για την ασφάλειά του. Πως να μεταφέρεται άραγε; Σε θησαυροφυλάκιο;», αναρωτήθηκε η Βαγγελίτσα.Orient_Express-9

– «Σιγά να μην μεταφέρεται σε ψυγειοκαταψύκτη! Αν δεν είναι κόσμημα, τι μπορεί να είναι; Άρωμα; Κανένα παράξενο γούρι, ή μπιμπελό; Ή μήπως κάποιο από τα αμέτρητα νυχτικά της; Άκου να κάνει συλλογή νυχτικών η ψηλολελέκω!», είπε ο Κωστάκης και άρχισε να βηματίζει γύρω γύρω με τη μύτη ψηλά, παρασταίνοντας, επιτυχημένα είναι η αλήθεια, την κόμισσα.

– «Ψυγειοκαταψύκτη, είπες; Τώρα θυμήθηκα το λεκέ από μαγιονέζα πάνω στο χαλί της πόρτας μας. Λες αυτός που προσπάθησε να μπει χτες εδώ μέσα, να έχει σχέση με την κουζίνα; Τι να έψαχνε άραγε;», είπε η Βαγγελίτσα.

– «Μπορεί να έμαθε ότι με πιάνει λιγούρα τα βράδια και να ήθελε να μου φέρει μερικά σαντουϊτσάκια με βραστό καλαμπόκι, φρέσκο μαρουλάκι και τόνο. Σ’ αυτά, ξέρεις, πάει γάντι η μαγιονέζα!», δήλωσε ο Κωστάκης.

Η Βαγγελίτσα δεν μπήκε στον κόπο να του απαντήσει.

(συνεχίζεται)