Σεληνιακόν (και ολίγον σατυρικόν…)
Μου φέρνεις πονοκέφαλο
και με πετάς σε δίνη.
Καρφιά σκορπάς στο αίμα μου,
αρχόντισσα Σελήνη.
Γεμίζεις και κορδώνεσαι
και καταντάω ράκος.
Εσύ μια Νύμφη ανύμφευτη
κι εγώ σκυφτός γεράκος.
Ζωγράφοι σε υμνολογούν,
αοιδοί σε εκθειάζουν.
Μα εμένα τα τσαλίμια σου,
Κυρά μου, με ματιάζουν!
Εκλιπαρώ σε, μέριασε
για να ηρεμήσει η Νύχτα.
Τα δίχτυα σου τ’ ακοίμητα
σ’ άλλον πλανήτη ρίχ’ τα.
Αχ φεγγαράκι μου λαμπρό
κι αξόδευτο αργύριο
που με κοιτάς αφ’ υψηλού,
μη με κερνάς μαρτύριο!
Με μάραναν, με σώριασαν
οι φάσεις κι οι γητειές σου.
Δρεπάνι μισοφέγγαρο
θερίζουν οι ματιές σου.
Θωρώ σε και ζαλίζομαι.
Με ζώνουνε τα φίδια.
Τα κάστρα μου όλα καταλείς.
Θρηνώ στ’ αποκαΐδια.
Γιατί κοκκίνισες, καλέ;
Σε θύμωσε ο καθρέφτης;
Εσύ είσαι η Εκλαμπρότατη
κι εκείνος είναι ψεύτης.
Πανσέληνέ μου έρωντα
και φιλντισένιο δάκρυ,
συμμάζεψε τα κάλλη σου,
να βρω απόψε άκρη.
Τα βλέπεις; Με κουζούλανες!
Σεληνιασμένη τρέχω
να μπω στο καβουκάκι μου,
γιατί άλλο δεν αντέχω.
Σβήσε και σύρε στο καλό
να πάψουν οι αντάρες,
γιατί μας ξεθεώσανε
του Πάνα σου οι κιθάρες.
Μα τι σου λέω; Φύρανε,
σκόρπισε το μυαλό μου.
Χωρίς εσένα δεν μπορώ.
Τον χάνω τον εαυτό μου!
Μη! Μη μου πάθεις έκλειψη!
Στάσου στο παραθύρι.
Κι εγώ θα χτίσω απ’ τη γη
στον ουρανό γιοφύρι.
Αλήθεια! Θα εκτοξευτώ
με πύραυλο κοντά σου,
να θέσω ν’ αποκοιμηθώ,
Σελήνη, στα μαλλιά σου!
Πανσέληνος
Άλλοι μεθούν με το φεγγάρι,
κι άλλους φαρμάκια τους τρατάρει.
Άλλοι είναι ήρωες σε ρομάντζο
κι άλλοι αργοσβήνουν σ’ ένα ράντσο.
Αχ ξελογιάστρα εσύ, Σελήνη,
ποιος θα γλυτώσει απ’ τη σαγήνη;
Η φωτεινή σου η οπτασία
μια σκοτεινή κρύβει εξουσία.
Όποια σου όψη κι αν διαλέξω,
το ερώτημα είναι: θα αντέξω;