Όμορφη και λυγερή σαν ελαφίνα! Έτσι παινεύει ο λαός μας τις χαριτωμένες κοπέλες και μάλλον κάτι ξέρει…Το ελάφι είναι λυγερόκορμο ζώο, με μακριά πόδια που καταλήγουν σε δύο σκληρά δάχτυλα (οπλές), καστανό ή κοκκινωπό τρίχωμα στη ράχη και σχεδόν λευκό στην κοιλιά. Το ύψος του μπορεί να ποικίλει, ανάλογα με το είδος, από 30 εκατοστά έως 2 μέτρα. Έχει μεγάλα, εκφραστικά μάτια, με τα οποία εποπτεύει συνεχώς το χώρο γύρω του, για να εντοπίσει έγκαιρα κάθε πιθανό κίνδυνο. Μοναδικά του όπλα για να αντιμετωπίσει το φόβο του και τους εχθρούς του είναι η μεγάλη ταχύτητα που μπορεί να αναπτύξει στο τρέξιμο, οι εξαιρετικά αναπτυγμένες του αισθήσεις (όραση, ακοή, όσφρηση) και τα…κέρατά του!
Ένα…δέντρο στο κεφάλι
Μη μου πείτε ότι το πρώτο πράγμα που σας έρχεται στο μυαλό όταν ακούτε τη λέξη ελάφι δεν είναι τα κέρατα. Σήμα κατατεθέν κατ’ αποκλειστικότητα του αρσενικού ελαφιού, αρχίζουν να σκάνε μύτη στο κεφάλι του από τον 6ο κιόλας μήνα της ηλικίας του και στην αρχή μοιάζουν με μικρά, ροζ βουναλάκια. Είναι βέβαια κοκάλινα και ονομάζονται «ρόδινα στελέχη». Κάθε άνοιξη αρχίζουν να μεγαλώνουν, και στην αρχή είναι μονά και μυτερά. Καλύπτονται μάλιστα από μαλακή, «βελούδινη» επιδερμίδα, που αργότερα «ξεφλουδίζεται». Το χειμώνα, αφού έχει μεσολαβήσει η εποχή της αναπαραγωγής, πέφτουν, για να ξαναφυτρώσουν πάλι την επόμενη άνοιξη, έχοντας μία επιπλέον διακλάδωση σε κάθε κέρατο. Τα ελάφια χρησιμοποιούν τα κέρατά τους κυρίως για να τα βγάζουν πέρα στους ερωτικούς τους καυγάδες.
Όλες για έναν και ένας για όλες!
Ο Σεπτέμβριος και ο Οκτώβριος είναι οι…μήνες του μέλιτος για τα ελάφια. Τον υπόλοιπο χρόνο αρσενικά και θηλυκά ζουν σε χωριστά κοπάδια. Τα αρσενικά βγάζουν δυνατούς μυκηθμούς (μουγκρητά) για να προσελκύσουν τις επίδοξες νύφες και μονομαχούν μεταξύ τους -κυριολεκτικά μέχρι θανάτου- για να τις κερδίσουν. Έτσι σχηματίζονται κοπάδια που αποτελούνται από ένα δυνατό αρσενικό ελάφι, τον αρχηγό και αρκετά θηλυκά, το «χαρέμι» του. Η ελαφίνα γεννάει κατά το Μάη με Ιούνη 1, το πολύ 2 μικρά, ύστερα από κυοφορία 5 έως 10 μηνών. Τα ελαφάκια φορούν στολή παραλλαγής για καμουφλάζ (έχουν άσπρες βούλες στο καστανό τρίχωμά τους, ώστε να μη διακρίνονται εύκολα ανάμεσα στους κορμούς και τα φυλλώματα των δέντρων) και μπορούν να περπατήσουν με τη μητέρα τους, λίγες ώρες μετά τον τοκετό.
Μασουλώντας και ξαναμασουλώντας
Η πρώτη τροφή για το ελάφι είναι το γάλα που θηλάζει από τη μητέρα του. Αργότερα, το μενού του γίνεται αυστηρά «χορτοφαγικό»: ρίζες, κλαδάκια, χλόη, σπόροι, φρούτα, λουλούδια, φλοιοί δέντρων, είναι η καθημερινή ποικιλία την οποία καταβροχθίζει εν ριπή οφθαλμού. Μάλιστα, αν και καταπίνει την τροφή του αμάσητη, δε βαρυστομαχιάζει. Αυτό συμβαίνει γιατί είναι ζώο μηρυκαστικό, όπως οι κατσίκες κι οι αγελάδες. Όταν κάθεται να ξαποστάσει, ξαναφέρνει την τροφή στο στόμα και την αναμασά, μέχρι να της βγάλει…το λάδι, δηλαδή όλα τα πολύτιμα θρεπτικά συστατικά που περιέχει.
Που ζουν τα ελάφια;
Η απάντηση είναι κατ’ αρχήν απλή: στα πεδινά και ορεινά δάση όλου σχεδόν του κόσμου. Υπάρχουν 40 περίπου είδη ελαφιών, διασκορπισμένα σε όλες τις ηπείρους. Δυστυχώς, όμως, η επιβίωσή τους δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ο αφανισμός των φυσικών τους βιοτόπων από πυρκαγιές, η αποψίλωση για δημιουργία νέων καλλιεργήσιμων εκτάσεων, η υπερεκμετάλλευση των δασών από την υλοτομία και το ανεξέλεγκτο κυνήγι για το νόστιμο κρέας και για τα κέρατά τους (τα οποία είτε «στολίζονται» ως τρόπαια, είτε χρησιμοποιούνται -όπως και οι αδένες του- στην παραδοσιακή κινέζικη ιατρική), είναι οι κυριότερες απειλές που αντιμετωπίζουν τα ελάφια. Τα πιο γνωστά μας είδη είναι το «κόκκινο ελάφι» (Cervus elaphus) που απαντάται σε ολόκληρη την Ευρώπη και την Ασία και το πλατώνι (Dama dama) που το συναντάμε στις μεσογειακές κυρίως χώρες. Στην Ελλάδα το κόκκινο ελάφι έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Λίγα ζώα απαντώνται ακόμη στον Εθνικό Δρυμό της Πάρνηθας και σε καταφύγια θηραμάτων, ενώ παλιότερα είχαν παρατηρηθεί στην Πίνδο, στη Χαλκιδική, στα Πιέρια όρη, στην Πεντέλη, την Εύβοια και την Ακαρνανία. Πλατώνια -κι αυτά ελάχιστα- μπορούμε να συναντήσουμε πλέον μόνο στη Ρόδο και στη Λήμνο.
Κυπάρισσος: μια πονεμένη ιστορία
Το ελάφι είναι γνωστό από τους προϊστορικούς χρόνους. Δεν είναι τυχαίο ότι απεικονίζεται συχνά σε παραστάσεις αγγείων και σε τοιχογραφίες που αναπαριστούν σκηνές από τη ζωή στη φύση. Είναι το ζώο-σύμβολο της Άρτεμης, της παρθένας θεάς του κυνηγιού και της σελήνης στην ελληνική μυθολογία. Το βρίσκουμε και στα δημοτικά μας τραγούδια, όπου, αν και αγρίμι, ζώο δηλαδή άγριο, ταυτίζεται με τη ντροπαλοσύνη και την ήμερη συμπεριφορά («αγρίμια κι αγριμάκια μου, λάφια μου μερωμένα»…). Ιδιαίτερα συγκινητικός και τρυφερός είναι ο μύθος του Κυπάρισσου.
Ο Κυπάρισσος ήταν ένα δυνατό παλικάρι που ζούσε στα καταπράσινα ελληνικά δάση. Μοναδικός και αγαπημένος του φίλος ήταν ένα πανέμορφο ελάφι, που τον ακολουθούσε παντού και είχε τόσο πολύ εξημερωθεί, που έπαιρνε την τροφή κατευθείαν από τα χέρια του. Μαζί περιπλανιόνταν στα ξέφωτα και στις λαγκαδιές, έπιναν κρυστάλλινο νερό από τις πηγές, γεύονταν τις λιχουδιές του δάσους και έπαιζαν χαρούμενα και ξέγνοιαστα στις όχθες των ποταμών. Του Κυπάρισσου του άρεσε το κυνήγι και συχνά έπαιρνε το φίλο του και χώνονταν βαθιά στο δάσος, για να ξετρυπώσουν κανένα αγριογούρουνο.
Σε μια τέτοια κυνηγετική του εξόρμηση βρέθηκε σε ένα μέρος βαθύσκιωτο, με τόσο πυκνή βλάστηση, που ήταν αδύνατο να προσανατολιστείς. Το ελάφι του Κυπάρισσου, ευκίνητο όπως ήταν, χώθηκε στα πράσινα κλαδιά για να φάει τα τρυφερά βλαστάρια τους και οι δύο φίλοι χώρισαν. Ο Κυπάρισσος είχε τεντωμένα τ’ αυτιά του και βάδιζε όσο πιο αθόρυβα μπορούσε, για να μην τρομάξει την επικείμενη λεία του. Ξάφνου άκουσε χαρχαλέματα στους απέναντι θάμνους. Κοίταξε προσεκτικά, αλλά δεν μπορούσε να διακρίνει τι προκαλούσε το θόρυβο. Τέντωσε το τόξο του, σημάδεψε προς το μέρος απ’ όπου ερχόταν ο θόρυβος και το κακό έγινε. Όταν πλησίασε για να μαζέψει το θήραμά του, είδε ότι το ζώο που είχε χτυπήσει, δεν ήταν αγριογούρουνο όπως νόμιζε, αλλά το αγαπημένο του ελάφι.
Βαριά τραυματισμένο στην καρδιά, αφού τον κοίταξε λυπημένα με τα μεγάλα του μάτια γεμάτα δάκρυα, ξεψύχησε. Ο Κυπάρισσος, ανήμπορος να πιστέψει ότι σκότωσε άθελά του τον πιστό του σύντροφο, άρχισε να γλυκομιλάει στο ελάφι του και να το χαϊδεύει σα να ήταν ζωντανό. Ο πόνος του όταν συνειδητοποίησε το γεγονός, ήταν αβάσταχτος. Τότε παρακάλεσε τους θεούς να πάρουν και τη δική του τη ζωή, για να τιμωρηθεί για το κακό που έκανε στο φίλο του. Οι θεοί τον λυπήθηκαν και τον μεταμόρφωσαν σε κυπαρίσσι κι από τότε το δέντρο αυτό είναι σύμβολο του πένθους.
Μια αυτοσχέδια ιστορία, που έγινε χειροποίητο βιβλίο
Όλα ξεκίνησαν από ένα φύλλο εργασίας από το βιβλίο μου “Εδώ Προνήπιο”.
Παρατηρήσαμε την εικόνα, τη συζητήσαμε κι αποφασίσαμε να φτιάξουμε τη δική μας ιστορία, διαλέγοντας κάθε φορά τις λέξεις που ταίριαζαν περισσότερο στο νόημα που είχαμε σκεφθεί. Φράση τη φράση την κατέγραψε η κυρία Εύη. Μετά ο καθένας έφτιαξε μια ζωγραφιά με τους ήρωες της ιστορίας μας, όπως τους φαντάστηκε. Και προχωρήσαμε στη σελιδοποίηση του βιβλίου μας, αφού πρώτα “μοιράσαμε” το κείμενο σε τόσα μέρη όσα παιδιά ήμαστε παρόντα σήμερα στην τάξη μας. Αριθμήσαμε τις σελίδες γιατί φυσούσε πολύ σήμερα και αν δεν το κάναμε ο άνεμος θα τρύπωνε από το μισάνοιχτο παράθυρο, θα τις ανακάτευε και άντε μετά να τις ξαναβάλεις στη σειρά. Ενώ αν έχει η κάθε μία τον αριθμό της, αυτό γίνεται πανεύκολα.
Έπειτα βοηθήσαμε την κυρία Εύη να “δέσει” τις σελίδες. Αποφασίσαμε όλοι μαζί τον τίτλο της ιστορίας μας και το πως θα είναι το εξώφυλλο. Είναι το πρώτο μας αυτοσχέδιο βιβλίο, μια που την πρώτη Παρασκευή του Δεκεμβρίου θα ξεκινήσει η Δανειστική μας Βιβλιοθήκη. Όποιο παιδί θέλει, θα μπορεί να δανειστεί και αυτό! Καμαρώναμε που γίναμε συγγραφείς και εικονογράφοι και που το ελαφάκι έγινε φίλος τελικά με το λύκο. Γιατί δεν υπάρχουν καλά και καλά ζώα στη φύση, όπως δεν υπάρχουν καλοί και κακοί άνθρωποι. Καλός ή κακός μπορεί να γίνει ο καθένας μας, αν τον φέρουν σε αυτήν την κατάσταση οι συνθήκες της ζωής του…