Αν ήσουν και εσύ πουλί,
μια τρίλια πάνω στο κλαδί,
θα διάλεγες να φύγεις,
τα κρύα ν’ αποφύγεις;
Αν ήσουν και εσύ μικρός,
κομψός, χιονάτος ερωδιός,
θ’ άφηνες τη φωλιά σου,
τα στέκια τα γνωστά σου;
Αν ήσουν και εσύ παπί,
πρασινοκέφαλο ή σταχτί,
θα πέταγες μακριά μου,
σε κάθε ανημποριά μου;
Αν ήσουν και εσύ ουρά,
χελιδονάτη ψαλιδιά,
θα μ’ άφηνες ξοπίσω,
να σου κρατώ το ίσο;
Αν ήσουν και εσύ στρουθί,
του πελεκάνου το λειρί,
θ’ άνοιγες τα φτερά σου,
κόντρα στα γονικά σου;
Αν ήσουν κύκνος και εσύ
σε λίμνη εξαίσια, μουσική,
στις μύτες θα πατούσες,
ακόμη κι αν πονούσες;
Αν ήσουν έρμος, μοναχός,
ο σπάνιος μαυροπελαργός,
θ’ άντεχες μες στο πλήθος,
να ζεις με άλλο ήθος;
Αν ήσουν ροζ μακρύς λαιμός,
φλαμίνγκο και καμαρωτός,
θα χόρευες για μένα,
σε μέρη βαλτωμένα;
Αν είχες και εσύ φτερά,
θα μ’ ανασήκωνες ψηλά,
να φτιάξουμε πατρίδα,
εκεί που ανθεί η ελπίδα;