Γυναίκα

Του κόσμου όλου οι σοφοί μια μέρα μαζευτήκαν
τι ’ναι η Γυναίκα πως θα βρουν αντάμα ορκιστήκαν.

Άλλος θεριό και μάγισσα, άλλος ζωή τη λέει.
Άλλος χωρίς ν’ αποκριθεί, συρομαδιέται, κλαίει.

Άλλος, αναστενάζοντας, ρόδο τη λέει μ’ αγκάθι,
πιο πάθος απ’ τα πάθητα, πιο λάθος απ’ τα λάθη.

Κι άλλος τιμόνι, αστροφεγγιά, λαφριά σα σημαδούρα.
Άλλος του Χάροντα αδερφή, φωτιά κι ανεμοδούρα.

Μα ένα γαλανομάτικο, θλιμμένο κουτσαβάκι
που κάθονταν κουκουβιστό πίσω απ’ το σοφραδάκι,

το μπρούσκο πίνει ανέρωτο, στη σόμπα χουχουλιάζει.
Γρικά τους και χαμογελά, στα μάτια τους κοιτάζει.

– Καπεταναίοι και δάσκαλοι, αφέντες, δικαστάδες,
κι όλοι εσείς οι δυνατοί κι οι μαστροχαλαστάδες,

προτού τ’ αποφασίσετε Γυναίκα τι σημαίνει,
βγάλτε τα καθρεφτάκια σας να δείτε αν σας παίρνει.

Πιστό αντίγραφο της τοιχογραφίας “Παριζιάνα” από το Ανάκτορο της Κνωσού.