Από την πρώτη στιγμή που βρέθηκα στον τόπο σου, ήξερα ότι θα με συνεπάρεις.
Οι γαλαντόμες ελιές πλάι στα ζωηρά πεύκα, η μοναχική γκορτσιά, τα κυπαρίσσια τα αιχμηρά.
Το χώμα το πηλώδες, το λαχταριστά κοκκινωπό, το ζαλωμένο με πλήθος μυστηριώδη όστρακα.
Ο ατλαζένιος ουρανός μ’ αυτά τα σύννεφα τα απείθαρχα, τα κλαρωτά.
Το φως που στραφταλίζει, χυτό και ιαματικό.
Τα τετερίσματα των τζιτζικιών, τα σπαθίσματα των χελιδονιών, η βουερή κουστωδία των εντόμων.
Τα κρυφοσουρσίματα των σαμιαμιδιών.
Ο γλυκός θερινός άνεμος που διαπερνά και φλογίζει το δέρμα.
Ο χρόνος, ο αθάνατος ταξιδευτής, που μοιάζει σαν να ακινητεί.
Τι να ένιωσες άραγε εσύ, Πολεμιστή μου, όταν εισήλθα στον οίκο σου και στάθηκα εκστατική στο κέντρο ενός σύμπαντος χαρτογραφημένου σε αμέτρητες πετρόχτιστες καμπύλες;
Όταν εγκαταλείφθηκα με δέος στην θεϊκή του κορυφή;
Ο τάφος σου ένα γιγάντιο μυκηναϊκό κράνος φορεμένο αριστοτεχνικά στην πελοποννησιακή γη, Πολεμιστή μου.
Με την πυρά στα σωθικά της ληθαργική, αλλά όχι αποθαμένη.
Με σμάρια χρυσομέλισσες να ρουφούν λάδι και κρασί από τους κανθάρους που σου αφιέρωσαν οι αγαπημένοι σου.
Τι να σκέφτηκες όταν άρχισαν ολόξαφνα ν’ αναβλύζουν τα μάτια μου, Πολεμιστή μου;
Όταν σήκωσα ασυναίσθητα το χέρι να σταυροκοπηθώ, σε απευθείας σύνδεση με τη Μικρασία και την Κνωσό;
Λες και οι χιλιετίες ανάμεσά μας δεν ήταν παρά μια δρασκελιά του Διγενή.
Ποιος να ήσουν, Πολεμιστή μου, ποια η ζήση σου;
Γιατί σε ξεπροβόδισαν με τόσα πλάσματα φτερωτά σ’ αυτήν την χειροποίητη σπηλιά;
Τι να έγραψαν για σένα οι Μοίρες στην Περιστεριά;
Αναπαύσου εν ειρήνη εκεί, στο καρπερό σου ξάγναντο.
Ούτε λεπτό να μη διανοηθείς να βγεις στη γύρα και να μας καταδεχτείς.
Θα θλίβεσαι και θ’ απορείς με τόσα σκουπίδια κι αποβράσματα δεξιά κι αριστερά.
Θα πληγώνεσαι από τα παραπήγματα που τερατουργούν στα γαλανόλευκα ακρογιάλια.
Δεν θα ξέρεις τι να πράξεις και πώς να σταθείς απέναντι στους θορυβώδεις και ασεβείς εξουσιαστές των κρινοσκέπαστων αμμοθινών.
Θα σε παραζαλίσουν οι οθόνες που φλυαρούν, καγχάζουν και αποπατούν στα όνειρα μεγάλων και μικρών.
Μείνε εκεί, για αιώνες σύμφωνα με τους ειδήμονες κεκοιμημένος και νεκρός, μα τόσο επί της ουσίας ξυπνητός και ζωντανός.
Στάσου εσύ τουλάχιστον, Πολεμιστή μου, για πάντα στο ύψος και στην ιστορία σου πιστός.
Θολωτοί τάφοι Περιστεριάς, Κυπαρισσία