Εσύ βολτάρεις στο γιαλό
με τον καφέ στο χέρι
και στην απέναντι στεριά
θερίζει το μαχαίρι.
Εσύ με ψύλλου πήδημα
ωρύεσαι και βρίζεις,
μα ούτε που φαντάζεσαι
τι εστί να μην ελπίζεις.
Εσύ που κοκορεύεσαι
πως τάχα όλα τα ξέρεις,
ιδέα δεν έχεις τι θα πει
συνέχεια να υποφέρεις.
Εσύ που μόνο νοιάζεσαι
να βολευτείς, ν’ αράξεις,
κανείς δεν ξέρει, αλίμονο,
αν αύριο θα σπαράξεις.
Γι’ αυτό καλά το φρόντισε
το περιβόλι εντός σου.
Τα σκάρτα ξεβοτάνισε
και γίνε ο εαυτός σου.
Δεν είν’ ανδρείκελο η ζωή
που όλο το μασκαρεύεις.
Σεβάσου κάθε της στιγμή
και μην την αγριεύεις.
Κι αν δεν μπορείς το Έρεβος
μπροστά να πολεμήσεις,
τουλάχιστον προσπάθησε
το Φως μην ευτελίσεις.