Έχω έναν κήπο μυστικό.
Εκτίθεται στη Μοίρα ανυπεράσπιστος.
Δεν ξέρει τι θα πει χωροταξία και περίφραξη,
αν και συχνά τον φυλακώνουν οι πραγματιστές.
Δεν χρειάζεται κανάκεμα, νοικοκυριό, επιβραβεύσεις.
Δεν προσφέρεται προς πώληση στις αγορές,
δεν είναι αξιοπρόσεκτος απ’ τους επενδυτές.
Σαν τ’ άγρια πετούμενα τρέφεται από γη και ουρανό.
Άλλοτε ανθίζει χορτασμένος, άλλοτε λιμοκτονεί.
Μάχεται ακατάπαυστα τις ανθρωπόμορφες Σκιές,
χαμογελώντας παραδίδεται στα ολοκαυτώματα του Έρωτα.
Κάθε του ρίζα ένα συμβάν αλήθειας αφτιασίδωτης.
Κάθε του φυλλαράκι ένας ορυμαγδός ομορφιάς.
Κάθε του άνθος ελπίδα αυτεξούσια κι ανδρόγυνη.
Έχω έναν κήπο μυστικό.
Υπόκωφα, ταπεινά, δίχως αντάλλαγμα εργάζεται,
για όλα όσα οι εραστές θερμοκηπίων απαρνήθηκαν,
εννιά φορές πριν την ανατολή της δύσης τους.
Κάποιοι καγχάζουν «κήπο το λες αυτό το τσούρμο τ’ αγριόχορτα;».
Άλλοι επιμένουν «παιδί μου, ωρίμασε, αυτά είναι παροράματα».
Κι οι πιο αδαείς «από τους νάρκισσους χορτάσαμε, κυρία μου».
Μα εγώ
Έχω έναν κήπο μυστικό
Που μου μαθαίνει σταυρωμένη πώς να ζω
Που μου θυμίζει αναστημένη ν’ αγαπώ.