Στα όνειρά μου απάγκιασε
ένα φθινοπωράκι,
με λουλακί αδιάβροχο,
προσφάι στο δισάκι.
Είχε δεμένο στο λαιμό
φουλάρι μεταξένιο,
γεμάτο πλατανόφυλλα
και χρυσοκεντημένο.
Στο μπράτσο είχε περαστή
μια καλαθούνα οπώρες.
Σεργιάνιζε στις γειτονιές
και γλύκαινε τις ώρες.
Κοντοστεκόταν στην αυλή
που … Διαβάστε περισσότερα