Φέρτε μου έναν πιγκουΐνο
για να μάθω να γλιστρώ.
Άσπρη έγινε η αυλή μου,
μες στο χιόνι θα χωθώ.
Φέρτε μου έναν πιγκουΐνο
να χορέψουμε ταγκό.
Έχω γίνει παγωτό!
Φέρτε μου έναν πιγκουΐνο
να μου μάθει πατινάζ
και τον κύριο … Διαβάστε περισσότερα
Φέρτε μου έναν πιγκουΐνο
για να μάθω να γλιστρώ.
Άσπρη έγινε η αυλή μου,
μες στο χιόνι θα χωθώ.
Φέρτε μου έναν πιγκουΐνο
να χορέψουμε ταγκό.
Έχω γίνει παγωτό!
Φέρτε μου έναν πιγκουΐνο
να μου μάθει πατινάζ
και τον κύριο … Διαβάστε περισσότερα
Ποιος είπε πως το κόκκινο του Έρωτα είναι χρώμα;
Χακί φορεί στην άβυσσο μα και στ’ απάνω δώμα.
Τα μάτια έχει σκοτεινά σαν κάρβουνα στη θράκα
και μαύρο βάζει νυφικό αν θα πιαστεί στη φάκα.
Ποιος είπε πως ο Έρωτας … Διαβάστε περισσότερα
Από παιδί τριγύριζα
μονάχη στα μουράγια
για να γεμίζω, μάτια μου,
με θάλασσα τα άδεια.
Κι αγνάντευα τα κύματα
να φεύγουν για τα ξένα,
χωρίς ποτέ να υπόσχονται
ταξίδι και για μένα.
Οι άλλοι πάντα σάλπαραν
για άγνωστα λιμάνια
κι … Διαβάστε περισσότερα
Αχ, η Γαλήνη
Ένα αλαβάστρινο αστέρι μες στη δίνη
Να την αγγίξει η ψυχή μου δεν αφήνει
Μόλις τολμήσω
Το σκοτεινό μου ουρανό να συγυρίσω
Και το διχτάκι μου στο διάβα της να ρίξω
Λέπια φοράει
Γοργά του κόσμου το … Διαβάστε περισσότερα
Μία ζητιάνα κουρελού, μια Μπάμπω, μία Γραία,
στη χώρα τούτη που ανθεί η φαιδρά πορτοκαλέα,
από τα γεννοφάσκια της τη βάφτισαν Παιδεία,
μα πότε ακούει στο Ζωζώ και πότε στο Ερινύα.
Εφτά ντουζίνες υπουργοί, μιλιούνια βουλευτάδες,
στο πηγαδίσιο το νερό … Διαβάστε περισσότερα
Η Μαίρη Λου και ο Μιλού
στα χρόνια του κορωνοϊού,
δίνουν φιλιά και αγκαλιά
μονάχα από μακριά.
Η Μαίρη Λου και ο Μιλού
ακούν τη συμβουλή γιατρού
κι έχουν τις μύτες σκεπαστές
με μάσκες προστατευτικές.
Η Μαίρη Λου και ο … Διαβάστε περισσότερα
Γύρισέ με, στρούφιζέ με,
σ’ άγρια δίνη βύθιζέ με.
Μάθε μου έρωτα να δίνω,
πως μια θύελλα να γίνω.
Σβούρισέ με, δος μου αέρα,
με φιλί και με φοβέρα.
Μη μ’ αφήσεις ν’ αραχνιάσω
και ποια είμαι να ξεχάσω.
Σβούρισέ … Διαβάστε περισσότερα
Κι εσύ στο χώμα καρτερούσες
Σώμα χυτό, σπαρταριστό
Σεμνές πτυχώσεις μιας αέναης καλλιέπειας
Λιτής κι αμάραντης παρά τους χείμαρρους κομμούς
Και τους απόκρημνους νεφοσκεπείς αιώνες
Με πρόσωπο αγνοούμενο μ’ ακαταμάχητα ιλαρό
Σαν να μη νίφτηκε ποτέ με ανθρωπίλα
Κι εγώ
Του κόσμου όλου οι σοφοί μια μέρα μαζευτήκαν
τι ’ναι η Γυναίκα πως θα βρουν αντάμα ορκιστήκαν.
Άλλος θεριό και μάγισσα, άλλος ζωή τη λέει.
Άλλος χωρίς ν’ αποκριθεί, συρομαδιέται, κλαίει.
Άλλος, αναστενάζοντας, ρόδο τη λέει μ’ αγκάθι,
πιο πάθος … Διαβάστε περισσότερα
Στου βράχου τ’ ακροφτέρουγο επόπτευες ολόρθος
και του πελάγου ο αχός γλυκόλαλος σαν όρθρος.
Στο στέρνο σου φωλιάζανε πανώρια αλμυροπούλια,
της δύσης ο αυγερινός, τσ’ ανατολής η πούλια.
Κι όταν ικέτης άπλωνες τα χέρια σαν κατάρτια,
λευκή παντιέρα γύρευες, ποτέ … Διαβάστε περισσότερα